«Ὅτε κατῆλθες
πρὸς τὸν θάνατον...»
Ἴσως τὰ πάντα -εὐτελῶς- νὰ πωληθοῦν,
σὲ κάποιο γυφτοπάζαρο χύδην ἐρριμένα.
Ἴσως αἱ μνῆμαι -τελικῶς- ν᾿ ἀκυρωθοῦν,
Μέσα σ᾿ ἐμβλήματα στὴν σύγχισιν
χαμένα.
Ἴσως οἱ ἦχοι ἑνὸς ἄχορδου βιολιοῦ,
Μιᾶς παλιᾶς σφύρας οἱ μάταιοι οἱ κτῦποι,
Τὸ χαῦνον βλέμμα ἑνὸς κομμένου
κεφαλιοῦ,
μιᾶς κούκλας νὰ μᾶς σέρνῃ μὲς τὴν λύπη.
Ἴσως αὐτὰ ποὺ κάποτ᾿ εἴχαμ᾿ ἀγαπήσει,
νὰ καταλήξουν τρόπαια βεβήλου μεταπράτου.
Φωνὲς βουβὲς -πιὰ- ποὺ μᾶς εἶχαν βαυκαλίσει,
Βγαλμένες ἀπ᾿ τὸν κόσμο τ᾿ ἀοράτου.
Ἀθῆναι. Βοτανικός. Γυφτοπάζαρον. Κυριακή, τῇ
7ῃ Φεβρουαρίου 2016 μ.Χ. ἤ, 6016 Ἔτους Φωτισμοῦ.
«Τεσσαράκοντα ἔτη τεκτονικῆς προσφορᾶς»
Πλακέτα. Ἥμισυ εὐρῶον νόμισμα. ...«Ἀκατέβατα»!